Ticker

6/recent/ticker-posts

Ticker

6/Εναλλακτικη/ticker-posts

Οστεοπόρωση η ύπουλη ασθένεια...αντιληφθείτε την πριν είναι αργά

 

 Η ύπουλη και σιωπηλή οστεοπόρωση …η ασθένεια δυστυχώς συμπτώματα

Η οστεοπόρωση είναι μια ύπουλη ασθένεια. 
Εξελίσσεται σιωπηλά και ο ασθενής θα το αντιληφθεί όταν είναι πλέον αργά.
Η οστεοπόρωση κάνει τα κόκαλα να είναι λεπτά και αδύνατα. 
Ο σκελετός χάνει ασβέστιο, η οστική πυκνότητα μειώνεται και τα κόκαλα γίνονται εύθραυστα.
 Ο κίνδυνος για κατάγματα αυξάνεται σημαντικά.

Η σπονδυλική στήλη, οι καρποί και οι αρθρώσεις των μηρών με τη λεκάνη είναι τα μέρη του σκελετού που παρουσιάζουν τα περισσότερα κατάγματα όταν υπάρχει οστεοπόρωση. Η προοδευτική απώλεια των ανόργανων στοιχείων των οστών οδηγεί στην οστεοπόρωση.

Η οστεοπόρωση αποτελεί ένα ύπουλο και σοβαρό πρόβλημα που πλήττει όχι μόνο τις γυναίκες αλλά και τους άνδρες. 
Η οστεοπόρωση προσβάλλει 1 στις 3 γυναίκες και 1 στους 12 άντρες.
Μεταξύ των γυναικών που είναι άνω των 50 ετών, το 50% θα παρουσιάσει ένα κάταγμα που έχει σχέση με την οστεοπόρωση, σε κάποια στιγμή της ζωής της. Το ίδιο ισχύει και για το 13% των ανδρών.

H προστασία των οστών σας: Αυτά που πρέπει να κάνετε

Πολλοί πιστεύουν ότι η οστεοπόρωση είναι μια ασθένεια των ηλικιωμένων διότι οι άνθρωποι χάνουν οστική μάζα με την αύξηση της ηλικίας. Όμως οι ειδικοί τονίζουν ότι όσον αφορά τη γένεση της οστεοπόρωσης, η ανάπτυξη των οστών κατά την παιδική και εφηβική ηλικία είναι εξίσου σημαντική όσο η απώλεια της οστικής μάζας. Τα οστά μεγαλώνουν σε μέγεθος και δυναμώνουν κατά την παιδική ηλικία. Η ποιότητα και ποσότητα της οστικής μάζας που θα αποκτηθεί στην παιδική ηλικία, είναι καθοριστικός παράγοντας για την υγεία του σκελετού για όλη τη διάρκεια της ζωής. Όσο περισσότερη οστική μάζα αποκτηθεί κατά την εφηβική ηλικία, τόσο μεγαλύτερη προστασία θα υπάρξει αργότερα στη ζωή εναντίον της απώλειας οστικής πυκνότητας.

Η παιδική ηλικία είναι μια κρίσιμη περίοδος για την απόκτηση συνηθειών και τρόπου ζωής που θα συμβάλουν στη διατήρηση μιας καλής υγείας των οστών καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Για παράδειγμα το κάπνισμα, που είναι μια συνήθεια που αρχίζει από την παιδική ή εφηβική ηλικία, έχει “δηλητηριώδεις” επιδράσεις όσον αφορά την απόκτηση οστικής μάζας. Η καλή διατροφή είναι καθοριστικής σημασίας για μια κανονική ανάπτυξη. Όλα τα όργανα όπως και τα οστά, χρειάζονται μια ισοζυγισμένη διατροφή, ικανοποιητικές θερμίδες και άλλα θρεπτικά συστατικά για να αναπτυχθούν.
Δυστυχώς δεν είναι όλοι που ακολουθούν μια διατροφή που είναι κατάλληλη για την υγεία των οστών.
Για παράδειγμα έρευνες έχουν δείξει ότι μόνο 25% των αγοριών και 10% των κοριτσιών ηλικίας από 9 έως 17 ετών, παίρνουν μια διατροφή που ικανοποιεί τις καθημερινές ανάγκες του οργανισμού τους σε ασβέστιο.
Για παιδιά από 3 έως 8 ετών, οι καθημερινές ανάγκες σε ασβέστιο είναι 800 mg ημερησίως. Για παιδιά από 9 έως 17 ετών οι καθημερινές ανάγκες σε ασβέστιο ανέρχονται σε 1.300 mg.
Οι ηλικιωμένοι πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις ανάγκες τους σε ασβέστιο. Με την αύξηση της ηλικίας, χάνουμε ασβέστιο.

Οι γυναίκες, στα πέντε χρόνια που εγκαθίσταται η εμμηνόπαυση, χάνουν μεγάλες ποσότητες ασβεστίου.Για τους λόγους αυτούς, άνδρες και γυναίκες πρέπει να είναι προσεκτικοί και να προσλαμβάνουν τουλάχιστο 1.000 mg ασβεστίου από τη διατροφή τους καθημερινά.

Το ασβέστιο είναι το σημαντικότερο στοιχείο για να επιτευχθεί η ψηλότερη δυνατή οστική μάζα αλλά και για την πρόληψη και θεραπεία της οστεοπόρωσης.
Η βιταμίνη D είναι αναγκαία για την απορρόφηση του ασβεστίου από τον οργανισμό και για τη διατήρηση της υγείας των οστών.

Η διατροφή των παιδιών σήμερα μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να μην τους παρέχει ικανοποιητική ποσότητα ασβεστίου. Επίσης σε χώρες χωρίς ικανοποιητική ηλιοφάνεια που συμβάλλει στη σύνθεση βιταμίνης D από τον οργανισμό, η μη λήψη αρκετής ποσότητας βιταμίνης D από τη διατροφή ή από εμπλουτισμένο γάλα, λειτουργεί αρνητικά για την υγεία του σκελετού.

Οι γονείς αλλά και τα παιδιά μπορούν να ευεργετηθούν, να μεγιστοποιήσουν την απόκτηση οστικής μάζας και να έχουν υγιή οστά εφαρμόζοντας μερικά πράγματα:

•    Να μεριμνούν να λαμβάνουν καθημερινά για όλη τους τη ζωή, την ποσότητα ασβεστίου που χρειάζεται ο οργανισμός τους. Ανάλογα με τη χώρα που ζουν και την ηλιοφάνεια, θα πρέπει να εξετάζουν το ενδεχόμενο λήψης ή όχι βιταμίνης D
•    Να μεριμνούν να εξασκούν το σώμα τους καθημερινά
•    Να έχουν μια υγιεινή διατροφή και ένα υγιή τρόπο ζωής
Είναι επίσης σημαντικό να τονίσουμε ότι υπάρχουν ομάδες παιδιών και εφήβων που έχουν αυξημένο κίνδυνο για οστικά προβλήματα:
•    Τα παιδιά που γεννήθηκαν πρόωρα και αυτά με χαμηλό βάρος γέννησης, έχουν χαμηλότερη οστική μάζα από την αναμενόμενη
•    Τα παιδιά που παίρνουν φάρμακα όπως τα στεροειδή (όπως η κορτιζόνη, πρεδνιζολόνη, κλπ) είτε από το στόμα είτε εισπνεόμενα για την αντιμετώπιση χρόνιων φλεγμονοδών ασθενειών ή για αναπνευστικά προβλήματα, έχουν αυξημένο κίνδυνο οστεοπόρωσης
•    Τα παιδιά με χρόνιες παθήσεις του εντέρου, με κοιλιοκάκη, κυστική ίνωση, παρουσιάζουν δυσκολίες στην απορρόφηση από το έντερο των αναγκαίων θρεπτικών στοιχείων για τα οστά
•    Τα κορίτσια εφηβικής ηλικία που έχουν προβλήματα του μηνιαίου κύκλου της περιόδου τους, λόγω έντονης αθλητικής δραστηριότητας, λόγω έντονου αισθηματικού στρες ή λόγω χαμηλού βάρους
Οι ομάδες αυτές των παιδιών και εφήβων, λόγω αυξημένου κινδύνου για οστεοπόρωση, χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα για αποφυγή οστικών προβλημάτων.
Το ασβέστιο, τα οστά, η οστεοπόρωση και τα κατάγματα
Το ασβέστιο έχει καθοριστικό ρόλο στη δομή και δύναμη των οστών και των δοντιών. Ρυθμίζει πολλές λειτουργίες στον οργανισμό όπως τη μεταφορά των νευρικών μηνυμάτων, τη λειτουργία της καρδίας, τη σύσπαση και χαλάρωση των μυών.
Είναι επίσης απαραίτητο στην πήξη του αίματος και για τη λειτουργία διαφόρων ενζύμων του μεταβολισμού.

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση της απορρόφησης του ασβεστίου όπως η  υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και διατροφή περιέχει πολύ ψηλές ποσότητες φυτικών ινών, περισσότερες από 50 γραμμάρια ημερησίως και η υπερκατανάλωση καφέδων ή καφεϊνούχων ποτών. Πρέπει επίσης να προσθέσουμε ότι τα αναψυκτικά λόγω του ότι περιέχουν φωσφορικά άλατα χωρίς ασβέστιο και όταν καταναλώνονται σε μεγάλες ποσότητες, είναι δυνατόν να μειώνουν το ασβέστιο στον οργανισμό.  Άτομα με πολύ χαμηλό βάρος σώματος ή που δεν ασκούν αρκετά το σώμα τους, κινδυνεύουν από έλλειψη ασβεστίου.

Η έλλειψη βιταμίνης D, δεν βοηθά στην απορρόφηση ασβεστίου από το έντερο. Σε χώρες που δεν υπάρχει αρκετή ηλιοφάνεια, η σύνθεση της ενεργούς μορφής της βιταμίνης D δεν είναι ικανοποιητική γεγονός που οδηγεί σε μειωμένο ασβέστιο για τις ανάγκες του οργανισμού.

Οι κυριότερες πηγές ασβεστίου είναι τα τρόφιμα. Είναι προτιμότερο να παίρνουμε το καθημερινό ασβέστιο που χρειαζόμαστε από τη διατροφή μας και να μην καταφεύγουμε σε φαρμακευτικά σκευάσματα ή συμπληρώματα παρά μόνο σε ιδιάζουσες περιπτώσεις.

Τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το γάλα, το γιαούρτι, τα τυριά είναι πλούσια σε ασβέστιο. Ένα φλιτζάνι γάλα περιέχει 300 mg ασβεστίου. Τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά όπως το σπανάκι, το μπρόκολο, τα λάχανα, η σόγια, το τυρί από σόγια, είναι επίσης καλές πηγές ασβεστίου. Ένα φλιτζάνι μαγειρεμένου σπανακιού περιέχει 100 mg ασβεστίου ενώ η ισοδύναμη ποσότητα μπρόκολου περιέχει 45 mg. Τα ψάρια και ιδιαίτερα ο σολομός, οι σαρδέλες ο τόνος, είναι πλούσια σε ασβέστιο. Μισό φλιτζάνι σολομού με κόκαλο σε κονσέρβα, περιέχει 1.160 mg ασβεστίου. Τέλος οι ξηροί καρποί αποτελούν καλές πηγές ασβεστίου. Τα καρύδια, τα αμύγδαλα, το σησάμι όπως επίσης και η ταχίνι περιέχουν ασβέστιο.

Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν πρέπει με κανένα λόγο να ξεχνούμε, σε όλες τις ηλικίες, το ασβέστιο. Στην παιδική ηλικία για την ανάπτυξη και στους ενήλικες για την πρόληψη της οστεοπόρωσης, το ασβέστιο είναι απαραίτητο στοιχείο της καθημερινής μας διατροφής.

Οι ηλικιωμένοι πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί διότι κατάγματα από την οστεοπόρωση που επιδεινώνεται λόγω μειωμένου ασβεστίου στον οργανισμό, μπορούν να έχουν σοβαρότατες συνέπειες στη ζωή τους.
*Οι πληροφορίες που περιέχονται στην σελίδα ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την γνωμάτευση του ιατρού σας. Αν αποφασίσετε να ακολουθήσετε κάποια θεραπεία ή διατροφή ρωτήστε τον προσωπικό ιατρό σας.