Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κρίσιμη στιγμή σχετικά με τον σακχαρώδη διαβήτη. Η πάθηση που επηρεάζει εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας δεν αντιμετωπίζεται ισότιμα και σύγχρονα, σε αντίθεση με τις πρακτικές που εφαρμόζονται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό δεν είναι απλώς ένα διοικητικό κενό· είναι ένα πρόβλημα υγείας που απειλεί ζωές και επιβαρύνει οικονομικά την κοινωνία μας με τεράστιο κόστος.
Όπως τονίζει ο πρόεδρος της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ, Χρήστος Δαραμήλας, η Ελλάδα κάνει δειλά βήματα, αλλά τα κάνει μόνη της, σε λάθος κατεύθυνση και σίγουρα όχι με τον ρυθμό που κινούνται τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ. Ενώ άλλες χώρες έχουν ειδικές δομές, παροχές, σωστή χρηματοδότηση και πλήρη υποστήριξη προς τα άτομα με διαβήτη, στη χώρα μας τα διαβητολογικά κέντρα κλείνουν, οι γιατροί μειώνονται και η πρόσβαση στην τεχνολογία γίνεται προνόμιο αντί για δικαίωμα.
Σύμφωνα με στοιχεία της τελευταίας διετούς ευρωπαϊκής αναφοράς (European Diabetes Review 2024), οι χώρες της ΕΕ έχουν επενδύσει μαζικά σε συστήματα συνεχούς καταγραφής γλυκόζης και έξυπνες αντλίες ινσουλίνης, γιατί μειώνουν έως και 60% τις επιπλοκές που προκαλούν τα υψηλά και απρόβλεπτα επίπεδα σακχάρου. Οι επιπλοκές – καρδιαγγειακές, νεφρικές, οφθαλμολογικές – κοστίζουν στις ευρωπαϊκές οικονομίες δισεκατομμύρια ετησίως. Για αυτό στην Ευρώπη θεωρείται επένδυση, όχι έξοδο.
Στην Ελλάδα όμως, τα πράγματα εξελίσσονται αντίστροφα. Από τα 23 διαβητολογικά κέντρα που λειτουργούσαν πριν επτά χρόνια, σήμερα έχουν μείνει μόνο 18. Τα διαβητολογικά ιατρεία, από 85, έχουν πέσει σε λιγότερα από 40. Τα κενά εξειδικευμένων γιατρών είναι τόσο μεγάλα που ολόκληρες περιοχές της χώρας έχουν μείνει κυριολεκτικά ακάλυπτες.
Ο Χρήστος Δαραμήλας εξηγεί πως είμαστε η τελευταία χώρα της ΕΕ που δεν συνταγογραφεί νέες τεχνολογίες – όπως αισθητήρες και αντλίες – για άτομα με διαβήτη τύπου 2. Επιτρέπονται μόνο στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 1. Αυτό δημιουργεί ανθρώπους δύο ταχυτήτων, ενώ η ιατρική πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική: οι επιπλοκές δεν κάνουν διάκριση τύπου.
Το πρόβλημα βαθαίνει ακόμη περισσότερο, αφού στην Ελλάδα τα διαβητολογικά κέντρα δεν μπορούν να διαλειτουργήσουν με άλλες κλινικές, όπως την καρδιολογική, την νεφρολογική ή την οφθαλμολογική. Έτσι, ο ασθενής με διαβήτη, που χρειάζεται ταυτόχρονη παρακολούθηση διαφορετικών οργάνων, βρίσκεται εγκλωβισμένος σε ένα χαοτικό σύστημα.
Επιπλέον, δύο ηλεκτρονικοί φάκελοι υγείας – ο φάκελος του ΕΟΠΥΥ και ο ΑΗΦΥ της ΗΔΙΚΑ – δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Αποτέλεσμα; Ο ασθενής κινδυνεύει να λάβει ελλιπή ή λανθασμένη φροντίδα, απλώς επειδή η τεχνολογία δεν συνεργάζεται.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, η ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ ξεκίνησε μια τεράστια πανελλαδική πρωτοβουλία συλλογής υπογραφών, διεκδικώντας αυτονόητα δικαιώματα:
να μην διακοπεί η ταυτόχρονη συνταγογράφηση ταινιών μέτρησης για όσους χρησιμοποιούν αισθητήρες και να έχουν πρόσβαση οι ασθενείς τύπου 2 στις νέες τεχνολογίες. Ήδη έχουν συγκεντρωθεί πάνω από 35.000 υπογραφές και ο στόχος είναι να ξεπεραστούν πολλοί περισσότεροι μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου, οπότε και θα σταλεί επίσημο αίτημα συνάντησης με τον πρωθυπουργό.
Ο πρόεδρος αναφέρει ξεκάθαρα: οι ασθενείς χρειάζονται τα προϊόντα αυτά μηνιαίως για να χορηγούν με ασφάλεια την ινσουλίνη τους. Η υπογλυκαιμία και η υπεργλυκαιμία δεν είναι απλές λέξεις· είναι απειλές για τη ζωή.
Εκτός από τις ελλείψεις στη συνταγογράφηση, υπάρχουν σοβαρές καταγγελίες για παράνομες υπερχρεώσεις σε φαρμακεία και μικροβιολογικά εργαστήρια, ακόμη και όταν η συμμετοχή θα έπρεπε να είναι μηδενική ή 15%. Παράλληλα, οι ανασφάλιστοι υποχρεώνονται να διανύουν ατελείωτα χιλιόμετρα για να βρουν υλικά στα νοσοκομειακά φαρμακεία. Όλα αυτά συνθέτουν μια πραγματικότητα που εξαντλεί καθημερινά τους ανθρώπους με διαβήτη.
Σημαντικό πρόβλημα αποτελεί και η 10% συμμετοχή στην ινσουλίνη για τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2. Έτσι δημιουργούνται «ασθενείς δύο ταχυτήτων» που λαμβάνουν ή στερούνται το ίδιο απαραίτητο φάρμακο ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνατότητες.
Την ίδια στιγμή υπάρχει μεγάλη ανάγκη για σχολικούς νοσηλευτές, ειδικά για παιδιά με διαβήτη. Παρά τις προσπάθειες των υπουργείων υγείας και παιδείας, ο αριθμός των διαθέσιμων νοσηλευτών παραμένει τραγικά μικρός. Η λύση, όπως τονίζει ο κ. Δαραμήλας, είναι να αυξηθούν άμεσα οι εισακτέοι στις σχολές νοσηλευτικής.
Κάθε πρόβλημα που περιγράφεται εδώ δεν είναι απλώς μια δυσλειτουργία του συστήματος. Είναι μια καθημερινή, συνεχής δοκιμασία για χιλιάδες ανθρώπους που προσπαθούν να διαχειριστούν μια απαιτητική πάθηση. Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη απόφαση: είτε θα προχωρήσει επιτέλους στις αναγκαίες αλλαγές, είτε θα συνεχίσει να μένει πίσω, με κόστος ανθρώπινο και οικονομικό.
©ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ*Οι πληροφορίες που περιέχονται στην σελίδα ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ
δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την γνωμάτευση του ιατρού σας. Αν
αποφασίσετε να ακολουθήσετε κάποια θεραπεία ή διατροφή ρωτήστε τον
προσωπικό ιατρό σας.
Ακολουθήστε μας και στο Facebook
Για να μην χάνεις καμία ανάρτηση, ακολούθησε μας στο GOOGLE NEWS!
Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε μας και στο Instagram

Social Plugin